Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012

ΕΚΘΕΣΗ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ.

Παραγωγικότητα: το κλειδί για την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών και των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων

1) ΣΤΟΧΟΣ

Επισήμανση στους πολιτικούς που έχουν την ευθύνη λήψης αποφάσεων των πρόσφατων χαμηλών επιδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στον τομέα της αύξησης παραγωγικότητας εργασίας, των αιτίων τους και των συνεπειών τους για τους στόχους που έχουν οριστεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας το 2000. Η ανακοίνωση περιορίζεται στην ανάλυση του τομέα των νέων τεχνολογιών και της καινοτομίας καθώς και των σχετικών ζητημάτων.

2) ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής της 21ης Μαΐου 2002, σχετικά με την παραγωγικότητα: το κλειδί για την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών και επιχειρήσεων [COM (2002) 262 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

3) ΣΥΝΟΨΗ

Ορισμός
Επίσημα, η παραγωγικότητα της εργασίας αντιστοιχεί στην ποσότητα εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή μιας συγκεκριμένης μονάδας. Από μακροοικονομική άποψη, η παραγωγικότητα της εργασίας μετράται μέσω του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕγχΠ) μιας χώρας ανά ενεργό άτομο.
Η ανάπτυξη παραγωγικότητας εξαρτάται από την ιδιότητα του φυσικού κεφαλαίου, τη βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, τις τεχνολογικές προόδους και τις νέες μορφές οργάνωσης. Η ανάπτυξη της παραγωγικότητας αποτελεί την κύρια πηγή της παραγωγικής ανάπτυξης.
Πλαίσιο
Η ανακοίνωση τοποθετείται στο πλαίσιο της στρατηγικής που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας το 2000, στόχος της οποίας είναι να καταστήσει την Ένωση «την ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης στον κόσμο, ικανή για μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη συνοδευόμενη από μια ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της απασχόλησης και μια μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή». Η ανάπτυξη της αύξησης παραγωγικότητας στην ΕΕ δεν επαρκεί τη στιγμή αυτή για την επίτευξη, μέχρι το 2010, των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών στόχων της απασχόλησης που ορίστηκαν στη Λισσαβόνα.
Η πρόσφατη επιβράδυνση της ανάπτυξης παραγωγικότητας στην ΕΕ οδηγεί λογικά σε μία εξασθένηση της ανταγωνιστικότητάς της. Έτσι, οι επιχειρήσεις δεν θα είναι ανταγωνιστικές παρά μόνο αν μπορούν να φθάσουν σε μία βιώσιμη ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και της ολικής παραγωγικότητας των παραγόντων που τους επιτρέπουν να υπερισχύσουν άλλων επιχειρήσεων σε ότι αφορά το κόστος ανά μονάδα παραγωγής και τα χαρακτηριστικά της προσφοράς τους που δεν συνδέονται με το κόστος.
Εξάλλου, η επιβράδυνση της παραγωγικότητας παρεμποδίζει την άνοδο του βιοτικού επιπέδου.
Η αύξηση της παραγωγικότητας στις ημέρες μας, καθορίζεται κατά τρόπο ουσιαστικό από τις επενδύσεις στον τομέα των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ).
Κατάσταση
Κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '90, η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση μειώθηκε (μειωμένη από μέσο όρο 1,9% στη διάρκεια του πρώτου μισού της δεκαετίας σε 1,2% στη διάρκεια της περιόδου 1995-2001), αλλά η αύξηση της απασχόλησης παρουσίασε αξιόλογη άνοδο (περνώντας από μία υποχώρηση 0,6 % στη διάρκεια του πρώτου μισού της δεκαετίας σε 1,2 % στη διάρκεια της περιόδου 1995-2001). Η απασχόληση παρουσίασε αύξηση 1,8 % το 2000 παρά τη συγκυριακή επιβράδυνση κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών είναι έντονες. Έτσι, η Αυστρία, η Ελλάδα και η Ιρλανδία εμφανίζουν αύξηση της παραγωγικότητας διαρκώς από το 1990 προσεγγίζοντας εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό αντικατοπτρίζει προφανώς την ευκαιρία που είχαν οι χώρες αυτές, μετά την προσχώρησή τους στην ΕΕ για άνθηση οφελών από την επίτευξη της ενιαίας αγοράς.
Ρόλος των ΤΠΕ
Οι τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ) αποτελούν πρωταρχικό στοιχείο της κοινωνίας της γνώσης και σημαντικό συστατικό των δραστηριοτήτων της έρευνας και της ανάπτυξης (Ε&Α). Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κράτη μέλη που παρουσίασαν παραγωγικότητα αυξανόμενη και παραπλήσια εκείνης των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι εκείνα στα οποία η χρήση των ΤΠΕ επεκτείνεται όλο και περισσότερο. Με άλλα λόγια, τα κέρδη σε παραγωγικότητα συνδέονται στενά με τη χρήση και τη διάδοση των ΤΠΕ. Όμως, οι διαφορές μεταξύ της ΕΕ και των Ηνωμένων Πολιτειών από πλευράς παραγωγικότητας αντικατοπτρίζουν εν μέρει τα χαμηλότερα επίπεδα δαπανών σε ΤΠΕ στην Ευρώπη.
Η σημασία των ΤΠΕ στηρίζεται στην καλύτερη επεξεργασία της πληροφορίας και με τον τρόπο αυτό στη μείωση των δαπανών συντονισμού που είναι αναπόφευκτες σε μία αποκεντρωμένη οικονομία: πρόκειται κυρίως για βελτίωση της οργάνωσης της παραγωγής, της διανομής και της διαχείρισης των αποθεμάτων.
Ευρωπαϊκή βιομηχανία των τελευταίων ετών
Σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες, η δεκαετία του '90 χαρακτηρίστηκε από πτώση της αύξησης της παραγωγικότητας στη μεταποιητική βιομηχανία της ΕΕ σε συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η τάση των τελευταίων ετών για τις βιομηχανίες μεγάλης έντασης κεφαλαίου (υφαντουργικές ίνες, χαρτομάζα και χαρτί, συνθετικές ίνες, προϊόντα σιδήρου και χάλυβα, μη σιδηρούχα μέταλλα κ.λπ) υπήρξε αντίθετα θετική.
Στη βιομηχανία με ισχυρή τεχνολογική βάση (φαρμακευτική βιομηχανία, χημικά προϊόντα, εξοπλισμός γραφείου και υπολογιστές, ηλεκτρονικός εξοπλισμός, τηλεοράσεις και ραδιοφωνικοί πομποί, ιατρικοί εξοπλισμοί κ.λπ.) η αύξηση κατά την ίδια αυτή περίοδο υπήρξε επίσης αξιοσημείωτη.
Αντίθετα, αν συγκριθούν οι αριθμοί στην ΕΕ με εκείνους που παρατηρούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι οι βιομηχανίες τεχνολογίες αντιπροσωπεύουν το 35% της μεταποιητικής προστιθέμενης αξίας έναντι 24% στην ΕΕ. Οι αριθμοί αυτοί είναι χαρακτηριστικοί της σχετικά ασθενούς θέσης των ΤΠΕ σε σχέση με άλλους βιομηχανικούς κλάδους στην ΕΕ.
Ο τομέας των υπηρεσιών κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών
Το διαπιστωμένο πρόβλημα της ανάπτυξης και της παραγωγικότητας της εργασίας που είναι χαμηλότερες του μέσου όρου σε όλους τους οικονομικούς τομείς κατά τα πρόσφατα έτη, είναι ιδιαίτερα οξύ στον τομέα των υπηρεσιών. Αντίθετα, είναι δύσκολο να μετρηθεί με ακρίβεια η παραγωγή του τομέα αυτού σε μια οικονομική φάση όπου οι τεχνολογικές αλλαγές είναι πολύ γρήγορες. Ακόμη και αν το μερίδιο του κλάδου στο ΑΕγχΠ της ΕΕ αυξάνεται, η εγγενής αύξηση της απασχόλησης δεν αρκεί για να βελτιωθεί η κατάσταση της απασχόλησης στην Ευρώπη.
Η σύγκριση της σημασίας του κλάδου των υπηρεσιών στην ΕΕ με εκείνων των Ηνωμένων Πολιτειών αποβαίνει δυσμενής για την πρώτη. Αυτό είναι ακόμη πιο αποκαλυπτικό αναφορικά με τις καθυστερήσεις της ΕΕ στον τομέα των νέων τεχνολογιών καθώς ο τομέας αυτός είναι ένας σημαντικός χρήστης των ΤΠΕ.
Στον κλάδο των υπηρεσιών, οι διαφορές της παραγωγικότητας είναι έντονες. Είναι προφανές ότι τα κράτη μέλη που, πολύ νωρίς, απελευθέρωσαν και προέβησαν σε κατάργηση των κανονιστικών ρυθμίσεων του τομέα των υπηρεσιών, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Φινλανδία, γνώρισαν σημαντικότερη αύξηση της παραγωγικότητας απ'ό,τι άλλες χώρες.
Έμψυχο δυναμικό
Ένα εργατικό δυναμικό καλά καταρτισμένο αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομίας της παραγωγικότητας. Η ποιότητα βασίζεται στην εκπαίδευση, την κατάρτιση και τη μαθητεία καθ΄ όλη τη διάρκεια του βίου. Κατά τα τελευταία αυτά έτη, διαπιστώθηκε αντίθετα το χαμηλό επίπεδο γνώσεων ΤΠΕ μεταξύ του πληθυσμού των εργαζομένων πράγμα που ασφαλώς παρεμπόδισε την ταχεία διάδοση των ΤΠΕ στα κράτη μέλη.
Συγχρόνως, η ζήτηση παραδοσιακών ειδικοτήτων υποχώρησε κατά τα τελευταία έτη. Πρόκειται όλο και περισσότερο για θέσεις απασχόλησης απευθυνόμενες σε έμψυχο δυναμικό υψηλού και σύγχρονου επιπέδου, πράγμα που εξηγείται με την τροποποίηση του περιεχομένου των ίδιων των θέσεων εργασίας. Όμως η αύξηση της ζήτησης για την περισσότερο εξειδικευμένη εργασία είναι ταχύτερη από τη βελτίωση του επιπέδου σπουδών των ατόμων που εισέρχονται στην αγορά της εργασίας.
Παραδόξως, ενώπιον της έκρηξης της τεχνολογίας, θα νόμιζε κανείς ότι το πρόβλημα των ελλειμμάτων σε ειδικότητες θα μπορούσε να χάσει την οξύτητά του. Όμως, με την τρέχουσα ταχεία τεχνολογική ανάπτυξη, η εξειδίκευση των οικονομιών μας δεν θα παύσει ποτέ. Κατά συνέπεια, μία συνεπής πολιτική, που περικλείει τη βελτίωση της εκπαίδευσης, της επιστήμης, της επιμόρφωσης, της κινητικότητας κ.λπ. έχει κρίσιμη σημασία για την εγγύηση της διαρκούς ικανοποίησης της νέας ζήτησης δεξιοτήτων.
Πολιτική για τις επιχειρήσεις και πολιτική ανταγωνισμού
Η Συνθήκη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναγνωρίζει τη συμπληρωματικότητα των πολιτικών για τις επιχειρήσεις και τον ανταγωνισμό. Έτσι, ο στόχος του Συμβουλίου της Λισσαβόνας είναι η σύλληψη πολιτικών που θα δημιουργούν ένα ευνοϊκό για την ανάπτυξη και την καινοτομία περιβάλλον στις επιχειρήσεις, εξασφαλίζοντας συγχρόνως τη συμμόρφωση των παραγόντων της αγοράς σε ενιαίους κανόνες. Από μια πλευρά, ο ανταγωνισμός προκαλεί τις επιχειρήσεις να αναζητήσουν βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους ερμηνευμένες καινοτομίες στα επίπεδα των προϊόντων και των μεθόδων. Από την άλλη πλευρά, η πολιτική για τις επιχειρήσεις διορθώνει τις ελλείψεις της αγοράς και επιτρέπει σε ένα μεγαλύτερο αριθμό επιχειρήσεων να αναλάβουν εμπορικές δοσοληψίες αυξάνοντας συγχρόνως το καινοτόμο δυναμικό τους.
Παρόλη αυτή τη συμπληρωματικότητα, έχει σημασία να γίνουν σεβαστά τα ίδια κέντρα συμφέροντος της βιομηχανικής πολιτικής και της πολιτικής ανταγωνισμού. Θα πρέπει να υιοθετηθεί μία ισορροπημένη και ουσιαστική προσέγγιση ώστε να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των δύο πολιτικών:
  • ο ενδεδειγμένος διαχωρισμός της αγοράς αναφοράς σ΄ ό,τι αφορά τα αγαθά ή τις υπηρεσίες και τη γεωγραφική ζώνη·
  • η συνεργασία μεταξύ των επιχειρήσεων στον τομέα της καινοτομίας.
  • οι αναδιαρθρώσεις και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων·
  • ο συνυπολογισμός των αποτελεσμάτων των τεχνολογικών εξελίξεων και καινοτομιών στις μελλοντικές συνθήκες ανταγωνισμού·
  • η αξιολόγηση της νομιμότητας ορισμένων κρατικών ενισχύσεων.
Πολιτική για τις επιχειρήσεις και βιώσιμη ανάπτυξη
Η ευρωπαϊκή βιομηχανία συμβάλλει οικονομικά και κοινωνικά στη βιώσιμη ανάπτυξη δημιουργώντας θέσεις απασχόλησης αλλά ασκεί αναπόφευκτα πιέσεις στο περιβάλλον. Είναι οπωσδήποτε δυνατόν να συνδυαστούν η οικονομική ανάπτυξη και μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Αυτό έγινε στην Ευρώπη για την κατανάλωση ενέργειας και τις εκπομπές αερίων που προκαλούν όξινη βροχή, τα αέρια που προσβάλλουν τη στιβάδα του όζοντος και τα αέρια που προκαλούν το φαινόμενο θερμοκηπίου της μεταποιητικής βιομηχανίας.
Παρά το αναμφισβήτητο κόστος εφαρμογής της περιβαλλοντικής πολιτικής για τις επιχειρήσεις, αυτή η τελευταία μπορεί επίσης να προκαλέσει ανταγωνιστικότητα και οικονομική ανάπτυξη βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα στην παραγωγή και δημιουργώντας νέες αγορές.
Συμπεράσματα
Μία αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης θα περάσει μόνο μέσα από μία ενισχυμένη παραγωγικότητα. Πρόοδοι στο επίπεδο των ΤΠΕ και της καινοτομίας για ένα εργατικό δυναμικό περισσότερο προσαρμοσμένο στις ανάγκες της βιομηχανίας μπορούν να θεωρηθούν ως αποφασιστικοί παράγοντες για μία καλύτερη παραγωγικότητα των επιχειρήσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου